ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΧΑΜΑΣ ΤΕΥΧΟΣ 29


...της σύνταξης
To τεύχος 29 του περιοδικού της ΧΑΜΑΣ έρχεται μέσα στην εξεταστική περίοδο του χειμερινού εξαμήνου. Μία εξεταστική που στιγματίζεται από το γεγονός ότι αν και διπλή θα κρατήσει μόλις τέσσερεις εβδομάδες λόγω των μεθοδεύσεων της κοσμητείας της σχολής, η οποία καθ’ όλο το εξάμηνο παρουσιάζει μία άνευ προηγουμένου διάθεση ρεβανσισμού απέναντι στους φοιτητές και την αμέριστη συμπαράσταση και ενεργό συμμετοχή τους στον τρίμηνο αγώνα των διοικητικών υπαλλήλων, την περίοδο Σεπτέμβρη-Δεκέμβρη.
Μία εξεταστική που στιγματίζεται από την αυθαιρεσία που παρουσιάζουν ουκ ολίγοι καθηγητές σε μία προσπάθεια εμπέδωσης από το φοιτητόκοσμο μιας νέας πραγματικότητας πειθάρχησες στις βουλές των καθηγητών και του υπουργείου και βίαιης εντατικοποίησης των σπουδών μας.
Τον τελευταίο καιρό η κυβέρνηση Σαμαρά επιδίδεται σε μία προσπάθεια προεκλογικής δημιουργίας κλίματος ανάτασης, αισιοδοξίας και παροχολογίας. Η προσπάθεια αυτή ωστόσο πέφτει στο κενό μιας και ο λαός αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα, μία πραγματικότητα που χαρακτηρίζεται από τη φτώχεια, την ανεργία, την επισφάλεια, την καταβαράθρωση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων και την συνεχή επίθεση που δέχονται τα πανεπιστήμια.
Σημείο αιχμής της περιόδου αποτελεί η κρίση στην Ουκρανία και το αιματοκύλισμα του ουκρανικού λαού. Ενός λαού, ο οποίος πολλοί πριν από αυτόν έχει πέσει θύμα της βάρβαρης, απάνθρωπης ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης των σύγχρονων μεγάλων δυνάμεων ΗΠΑ-Ρωσίας, και της χυδαίας στάσης της “δημοκρατικής” Ευρωπαικής Ένωσης” , η οποία στηρίζει ανερυθρίαστα τα νεοναζιστικά μορφώματα που πρωτοστάτησαν στις πρόσφατες συγκρούσεις που πραγματοποιήθηκαν.
Το περιοδικό αυτό αποσκοπεί στο να μοιραστούμε τους προβληματισμούς μας με το σύνολο του φοιτητικού συλλόγου, να επικοινωνήσουμε τις ιδέες μας και να προτείνουμε λύσεις στα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε όλοι εμείς.



Σιωπηλές μέρες, Παράξενες μέρες

Εν έτη 2014 σε έναν τόπο που τελεί υπό μνημονιακό καθεστώς, μίας αν μη τι άλλο ‘’πρωτότυπης’’ μορφής καθεστώτος, τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα θυμίζουν την ηρεμία πριν το ξέσπασμα της καταιγίδας. Το χρονικό διάστημα το οποίο διανύουμε αποτελεί μία προεκλογική περίοδο, περίοδο κατά την οποία η εκάστοτε κυβέρνηση ‘’διακόπτοντας’’ τις αντιλαϊκές δράσεις και αποφάσεις της προωθούσε μία υποτιθέμενη ομαλότητα στους αγανακτισμένους πολίτες με σκοπό τη βελτίωση των επερχόμενων εκλογικών αποτελεσμάτων. Η συγκεκριμένη συγκυρία δεν πρέπει σε καμία των περιπτώσεων να εφησυχάζει το λαό, ο οποίος έχει την υποχρέωση να συνεχίζει την οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα εκτυλίσσεται καθώς και να εφορμούν σε όποια νέα κάνει την εμφάνισή της.

Κίνηση εφησυχασμού του λαού ήταν  η σχετικά πρόσφατη ενημέρωση εκ του στόματος του ίδιου του πρωθυπουργού για την ύπαρξη του πρωτογενούς πλεονάσματος, μία ύπαρξη μέσω της οποίας ευαγγελίστηκε την αισθητή βελτίωση στην οικονομική κατάσταση του κράτους και του λαού κατ’ επέκταση. Δυστυχώς όμως το πρωτογενές πλεόνασμα δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από ένα στατιστικό στοιχείο μιας φαινομενικής βελτίωσης το οποίο προήλθε από το μόχθο της λαϊκής τάξης και στη συνέχεια μεταπήδησε στα κρατικά ταμεία μέσω της εξόφθαλμης καταλήστευσης των πόρων της με τη μορφή μέτρων και μεταρρυθμίσεων καθώς και μέσω της εκποίηση της κρατικής περιουσίας που από καταβολής του κόσμου ανήκει σε αυτή. Το κερασάκι στην τούρτα του δημοφιλέστατου success story είναι η αξιοποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Το δυστυχές της μοίρας του λαού ολοκληρώνεται με την αλά David Copperfield εξαφάνιση του από τα κρατικά ταμεία είτε με τη μορφή του τόκου σε υπέρογκα δάνεια είτε με τη μορφή χρηματοδότησης στη Μ.Κ.Ο. (πρόσφατο σκάνδαλο). Δηλαδή ουδέποτε θα χρησιμοποιηθεί για να καλύψει τις ανάγκες του προκατόχου του.

Κι όμως παρόλη την ηρεμία και τη γαλήνη που επικρατεί στα Μ.Μ.Ε. και γενικά στη χώρα σημειώνονται κάποιες διαρθρωτικές αλλαγές. Στον τομέα της υγείας το επίκεντρο της θεματολογίας κατέχει φυσικά το κλείσιμο των ιατρείων του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. με την προοπτική να ξανανοίξουνε μετά από κάποιο χρονικό διάστημα με μειωμένη, ωστόσο, στελέχωση. Η εξέλιξη αυτή ουσιαστικά δρομολογεί τη νέα μορφή της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης σε σχέση με το λαό ενώ βάσει του ίδιου μηχανισμού οι σχέσεις εργαζόμενου – δημοσίου ελαστικοποιούνται.

Παρόλη τη σιωπή που κυριαρχεί αντίστοιχη κατάσταση μικρής κινητικότητας σε σχέση με τον τομέα της υγείας υφίσταται και στον τομέα της παιδείας και δη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Βρίσκεται σε εξέλιξη η δημιουργία του οργανισμού επαναπρόσληψης των υπαλλήλων που εξαιτίας του μέτρου της διαθεσιμότητας θα έχαναν τη θέση εργασίας τους εν μία νυκτί. Ένα μέτρο το οποίο μπλοκαρίστηκε χάρη στην άμεση παρέμβαση των εργαζομένων και των μαχητικών φοιτητικών συλλόγων οι οποίοι αντιστάθηκαν με σθένος έναντι στις στρατηγικές του κράτους. Μέσω καταλήψεων και επαναλαμβανόμενων διαμαρτυριών αλλά και χάρη στη συμπόρευση με άλλες βαλλόμενες κοινωνικές ομάδες όπως τους γιατρούς του Ε.Ο.Π.Υ.Υ και τους απολυμένους εργαζόμενους της Ε.Ρ.Τ. οι εργαζόμενοι κατόρθωσαν αυτό που άλλοι απέτυχαν, να κάμψουν την αδιαλλαξία μίας από τις πιο ανένδοτες κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης. Εν τέλει αρχές χειμώνα η συγκυβέρνηση υποχώρησε μερικώς παίρνοντας πίσω τις επιθυμητές για αυτή διαθεσιμότητες – απολύσεις υποσχόμενη την επαναπρόσληψη των εργαζομένων με τη δημιουργία του αναφερθέντος μηχανισμού. Από τότε μέχρι σήμερα ορισμένοι εργαζόμενοι έχουν επαναπροσληφθεί ενώ η Σύγκλητος του Ε.Μ.Π. έχει αποφασίσει την απόδοση του 100% του μισθού των εργαζομένων που βρίσκονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας αντί του 75% που είχε αποφασιστεί από την κυβέρνηση. Πλέον οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε επιφυλακή περιμένοντας την επόμενη κίνηση του αντιπάλου τους καθώς η υποσχεσιολογία δε συγκινεί πλέον τους πληγέντες από την μνημονιακή πολιτική. Ο αγώνας των εργαζομένων χρήζει για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Πως μία ανενεργή αγωνιστικά ομάδα, η οποία έχει διαφωνήσει ξεκάθαρα αρκετές φορές με τις αγωνιστικές δράσεις των φοιτητικών συλλόγων, όταν πλήττονται άμεσα τα δικαιώματά της μπορεί να εξελιχτεί στην πλέον αγωνιστική και ριζοσπαστική δύναμη μιας κοινωνίας. Επίσης αποδεικνύει περίτρανα πως όταν κάποια αγωνιστική δράση αποκτήσει διάρκεια και στόχο ενώ ταυτόχρονα βασίζεται σε δίκαια αιτήματα, έχει αυξημένες πιθανότητες επίτευξης των στόχων της. Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία οι φοιτητικοί σύλλογοι οφείλουν να διασφαλίσουν την υλοποίηση των δεσμεύσεων του υπουργείου.

Με το πέρας του αγώνα συμπόρευσης με τους εργαζομένους οι φοιτητικοί σύλλογοι αντιλήφθηκαν άμεσα τον ερχομό ενός νέου κινδύνου, του νέου εσωτερικού κανονισμού του οποίου η εφαρμογή πρόκειται να προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από πλευράς των φοιτητών. Και αυτό διότι θέτει ξεκάθαρα το ενδεχόμενο διαγραφής φοιτητών, την αντικατάσταση επιστημονικών συγγραμμάτων από πρόχειρες σημειώσεις και ηλεκτρονικά αρχεία καθώς και την εξίσωση του πτυχίου με βεβαιώσεις σεμιναρίων. Ιδιαιτέρως το θέμα της διαγραφής φοιτητών απασχολεί έως μονοπωλεί τη φοιτητική καθημερινότητα το τελευταίο χρονικό διάστημα καθώς αγγίζει ευαίσθητες πτυχές της δομής της κοινωνίας μας αφού το 50% των φοιτητών αναγκάζεται να δουλέψει προκειμένου να κατορθώσει να σπουδάσει συνεπώς δεν ασχολείται όσο θα έπρεπε με τα μαθήματα της σχολής του. Ο νέος εσωτερικός κανονισμός είναι μία ακόμα προσπάθεια καταστροφής των θεμελίων της τριτοβάθμιας δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης και σε αυτήν τη νέα μεταρρύθμιση η απάντηση των συλλόγων οφείλει να είναι αγωνιστικά αντάξια της ιστορίας τους.

Συνεπώς τελικό συμπέρασμα έπειτα από την όλη αυτή ανάλυση προκύπτει πως τα φαινόμενα απατούν. Η κοινωνία συνεχίζει να βρίσκεται σε μία στάσιμη και δυσμενή κατάσταση ενώ η κυβέρνηση – μαριονέτα συνεχίζει τα ψηφοθηρικά της παιχνίδια. Δυστυχώς, όμως, σε αυτά τα παιχνίδια έρμαιο πέφτει στη μοίρα του αφημένος και ο κατατρεγμένος λαός. Και αυτό γιατί δεν έχει μάθει ακόμα να αγωνίζεται για το δίκιο του αλλά αντιθέτως περιμένει το μεσσία που θα δώσει λύση μοιράζοντας λεφτά και υποσχέσεις στο λαό. Έτσι ανήμπορος ως είναι συνεχίζει να πορεύεται μέσα στις όλο και δεινότερες συνθήκες διαβίωσης, μέχρι αυτές να μετατραπούν σε συνθήκες επιβίωσης, αν δεν έχουν γίνει ήδη... Στους καιρούς της μετριότητας και της εξαθλίωσης ο κάθε πολίτης οφείλει να παρατήσει το προσωπικό του συμφέρον για χάρη του συλλογικού, οφείλει να παραμερίσει την κοινωνική του άνοδο και να αφοσιωθεί στους συλλογικούς αγώνες. Άλλωστε, ως γνωστόν, ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη. Την άνοιξη τη φέρνει το σμήνος των χελιδονιών.





   
…γιατί νιώθω κι εγώ πως ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος
Παρά την ξαφνική εμφάνιση ενός αρκετά σοβαρού ενδεχομένου για ‘’αριστερή κυβέρνηση’’ δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες… Ο αστικός συνασπισμός εξουσίας σήμερα στρέφεται δεξιά. Στρέφεται ίσως περισσότερο δεξιά από ποτέ άλλοτε. Οι δυνάμεις που έλκουν προς την κατεύθυνση αυτή είναι πολύ ισχυρές και οι αντιστάσεις ανίσχυρες. Ένδειξη για το που ρέπει η κοινωνία αποτελεί η κατά κόσμο «ουδέτερη» στάση του κέντρου, που σήμερα είναι σαφώς μετατοπισμένη δεξιά αν όχι και ακόμη παρά πέρα. Το «κέντρο», η υποτιθέμενη λύση που θα εκφράσει τη μετριοπαθή μέση γνώμη, από τη μια καταγγέλλει τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση ενώ από την άλλη με τα πογκρόμ του Ξένιου Δία «καθαρίζει» τη χώρα από τους μετανάστες. Η κυβέρνηση και ο Σαμαράς ίσως να δηλώνουν ενάντια στο ακροδεξιό μόρφωμα, δε φαίνεται όμως από τις πράξεις τους να κατακρίνουν και την ιδεολογία του. Χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Και οι ψηφοφόροι να συρρέουν…   
Η κραυγή απόγνωσης του ακόμα κοιμισμένου λαού εκφράζεται με τα ανεβασμένα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και αμφίβολη και ερμαφρόδιτη πολιτική, εμφανίστηκε στο προσκήνιο όταν ο βασανισμένος λαός έψαχνε με τα κιάλια την αριστερά για να τον βοηθήσει. Και όντως που είναι η αριστερά;  Όταν η τρόικα με την αμέριστη συμπαράσταση των τελευταίων κυβερνήσεων αποφασίζει την καταδυνάστευση του ελληνικού λαού, όταν το ευρώ μετατρέπεται στον πιο ανάλγητο δυνάστη που γνώρισε ποτέ αυτός ο τόπος, όταν το μνημόνιο παρουσιάζεται ως η θεία λύση στα πεινασμένα νοικοκυριά, όταν απεργίες κηρύσσονται καταχρηστικές, όταν πορείες απαγορεύονται και τα ΜΑΤ καταλαμβάνουν δημόσια κτήρια … Που είναι η αριστερά, να ορθώσει το ανάστημα της και να εμπνεύσει το λαό, να το συσπειρώσει και να οργανώσει μαζικά την πάλη του;
Όσο αναλώνεται σε ζητήματα που η ίδια δημιουργεί με τις εσωτερικές της αντιπαραθέσεις ανοίγει το δρόμο στις αστικές δυνάμεις που δεν χάνουν την ευκαιρία να ρημάξουν την απροστάτευτη λεία τους. Και όντως δεν χάνουν ευκαιρία. Μόνο και μόνο μπροστά στην προοπτική της μείωση της επιρροής τους στο λαό,  λόγω της νέας ανερχόμενης δύναμης,  οι αστικές δυνάμεις αμέσως συσπειρώθηκαν. Παραμέρισαν αντιπαλότητες και διαφορές στο όνομα του κοινού τους στόχου. Την καθυπόταξη του λαού, την κατοχή της εξουσίας. Αντίθετα η αριστερά δυσκολεύεται. Και όσο δυσκολεύεται, τόσο αυτοαναιρείται.
Ανέκαθεν πρέσβευε και συνεχίζει να  πρεσβεύει την απελευθέρωση του λαού από τα δεσμά του, είτε αυτά είναι ιδεολογικά είτε πολιτικά είτε οικονομικά. Αυτοσκοπός της να αναδείξει και να αγωνιστεί για τα δικαιώματά του. Πρωταρχικό της μέλημα η ανατροπή της βάρβαρης αντιλαϊκής πολιτικής. Όλα καταχωνιασμένα στο συρτάρι να τα τρώει το σαράκι ενός παράλογου φόβου: του  φόβος της αμαύρωσης. Κάθε αριστερό μόρφωμα έχει μία ‘’καλοσχηματισμένη’’ ιδεολογία, την οποία προσπαθεί να διατηρήσει γνήσια και αναλλοίωτη. Φοβάται όμως. Καταδιώκεται από την εμμονή ότι κάθε κίνηση συνεύρεσης με οποιαδήποτε άλλη αριστερή δύναμη,  θα μολύνει την ταυτότητά του. Και εντάξει, η συναίνεση είναι αρκετά πιο εύκολη για τα αστικά κόμματα, καθώς τα ενώνει πολύ περισσότερο η διεκδίκηση και η νομή της εξουσίας απ’ ότι τα  χωρίζει η φαινομενικά διαφορετική ιδεολογία. Γιατί, όμως, να είναι οδυνηρή για ανθρώπους με κοινούς σκοπούς και ιδανικά; 
Γιατί καταρχάς μάλλον δεν έχουμε συνειδητοποιήσει περί τίνος πρόκειται.
Δεν πρόκειται για ιδεολογικά παζάρια. Δεν τίθεται θέμα ιδεολογικού συμβιβασμού. Τουλάχιστον δε θα έπρεπε. Στο σημείο αυτό η αριστερά αναπτύσσει καθαρά διπολική συμπεριφορά. Ενώ διαρρηγνύει τα ιμάτιά της περί πλουραλισμού, πολιτικής πολυχρωμίας και τα λοιπά,  γυρίζει την πλάτη στον διαφορετικό πλην όμως αριστερό τρόπο σκέψης. Εγκλωβίζεται σε ένα μονοχνωτισμό που μόνο πίσω την κρατάει. Δεν είναι δυνατό στο όνομα της διαύγειας της ιδεολογικής ταυτότητας,  να χάνεται ο ουσιαστικός της ρόλος, αυτός της διαμόρφωσης ενός μετώπου αγώνα, ικανού να υπερασπιστεί αποτελεσματικά τα συμφέροντα των καταπιεσμένων στις κρίσιμες μάχες και τελικά να νικήσει.  Η ενότητα δεν αναφέρεται σε ταύτιση απόψεων αλλά σε σύγκλιση αντιλήψεων. Αναφέρεται σε κοινή δράση, σε κοινή αντίσταση, πάνω στα μέτωπα που ο ίδιος ο αντίπαλος ανοίγει απειλώντας να  ξεχερσώσει δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αγώνες και αίμα. Δεν είναι ένα αριστερό πολιτικό μόρφωμα το οποίο θα πρέπει να φτιαχτεί για να ηγηθεί του αγώνα αλλά η ανάγκη του αγώνα είναι εκείνη που θα επιβάλλει τη δημιουργία ενός ενιαίου αριστερού πολιτικού μετώπου. 
Κατά δεύτερον, στο χώρο της αριστεράς υποβόσκει ένας εντελώς παράλογος εφησυχασμός. Αυτός της ηττοπάθειας. Η αριστερά μοιάζει να έχει αποδεχτεί ή μάλλον να έχει συνηθίσει  μόνο να διαμαρτύρεται. Όλο προκύπτουν νέοι λόγοι για να διαμαρτύρεται, και αυτό κάνει. Η διαμαρτυρία της όμως σπάνια έχει κάποιο αισθητό, χειροπιαστό  αποτέλεσμα για τον κόσμο. Έτσι  αυτή αρκείται στο να υπερασπίζεται με πάθος τις αντιλήψεις της,  χωρίς να στύβει το μυαλό της πάνω στο τι απαιτείται ώστε οι  ριζοσπαστικές δράσεις να έχουν αποτελέσματα. Έτσι κι αλλιώς  “τι θα αλλάξει;”, φαίνεται να αναρωτιέται. Βλέποντας τη στασιμότητα της κατάστασης και την αδυναμία να προκαλέσει την ανατροπή που επιδιώκει, κάθε αριστερό κόμμα, κάθε σχηματισμός, ανακουφίζει τον εγωισμό του, συντηρεί την αυτοπεποίθησή του, παλεύοντας να αποδείξει πόσο πιο αριστερό είναι σε σχέση με άλλα συντροφικά σχήματα. Αυτός ο αποστειρωμένος και αδελφοκτόνος αγώνας της λογικής ‘’στο τέλμα, ας αποδειχθούμε τουλάχιστον οι πιο αριστεροί’’  απογειώνει το σεχταρισμό και αντί να γεννά αριστερούς αγωνιστές γεννά οπαδούς. Ποιο το τίμημα;   Από τη μία το σύστημα, ενιαίο και αποφασισμένο στις κρίσιμες στιγμές,  του και από την άλλη η κατακερματισμένη αριστερά, η οποία με «ζήλο» εξυπηρετεί τον αντίπαλό της, σπαταλώντας τις δυνάμεις της σε διαφορές επί «όνου σκιάς». Διαφορές που απ’ ό,τι φαίνεται, είναι σημαντικότερες από τον αγώνα ενάντια στην αντιλαϊκή, απάνθρωπη πολιτική που με μανία κατασπαράζει τη χώρα.
Θα πει κανείς, «Μα, όλοι στην αριστερά  καλούν το λαό να αντιδράσει και να αποτάξει από τους ώμους του την μνημονιακή σκλαβιά. Καλεί σε κινητοποιήσεις, σε αγώνα, σε εξέγερση..». Αλλά γιατί ο ανασφαλής  και στο έλεος της μιζέριας του πολίτης, να επιλέξει να εμπιστευθεί ένα χώρο που ακόμα παλεύει με τα εσωτερικά του προβλήματα,  μοιάζοντας ανίκανος να συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα της κατάστασης;
Για την αντιμετώπιση της δικαιολογημένης αυτής δυσπιστίας είναι απαραίτητο κάθε τμήμα της αριστεράς να αναδιατάξει τις προτεραιότητές του. Στην κορυφή ήρθε η ώρα να τοποθετηθούν οι διεκδικήσεις που εκφράζουν την πλατειά μάζα και μπορούν να οδηγήσουν σε μια ριζική ανατροπή των συσχετισμών και σε ένα καλύτερο μέλλον για τους πολλούς. Οι στόχοι των κομμάτων που απορρέουν από την ιδεολογία τους, προφανώς και δεν πρέπει να παραμεληθούν, ας συγκριθούν όμως από τον αγωνιζόμενο λαό στα πλαίσια μιας ενωτικής μεγάλης προσπάθειας.
Η ενότητα της αριστεράς. Λοιπόν, δεν αποτελεί ούτε μια φιλοσοφική αναζήτηση ούτε μία «ειρηνευτική» προσπάθεια  για ομόνοια και συμβιβασμό. Είναι μία καθαρά πρακτική ανάγκη για μαζικότερη και αποτελεσματικότερη αντίσταση και ανατροπή. Οι συνθήκες απαιτούν κοινό αγώνα. 
Απαιτούν μία εκκωφαντική ανατρεπτική κραυγή και όχι μονότονα διάσπαρτα ψιθυρίσματα.



Ο ουκρανικός λαός στη δίνη της ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης

Η Ουκρανία αποτελεί κέντρο γεωπολιτικών συγκρούσεων, οι οποίες δεν σταμάτησαν να υπάρχουν μετά την ρήξη του ανατολικού μπλοκ, και ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων στο έδαφος της δημοσιονομικής κρίσης ενός πτωχευμένου καπιταλισμού. Το υψηλό δημόσιο χρέος, σε συνδυασμό με την μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης, τις αντιλαϊκές πολιτικές του  αστικού καθεστώτος Γιανουκόβιτς, ένα υπόβαθρο αντικομμουνιστικής ρητορικής και ναζιστικής προπαγάνδας από την «πορτοκαλί επανάσταση του 2004» και τέλος η πολιτική και ιδεολογική οπισθοχώρηση της Αριστεράς που φτάνει ως τον εκφυλισμό συμμετοχής και στήριξης στις κυβερνήσεις Γιανουκόβιτς από το Κομμουνιστικό Κόμμα, δημιουργούν ένα εύφλεκτο κοινωνικό υπόβαθρο, με συνέπεια η ακροδεξιά και οι νεοφασίστες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε μια σειρά ένοπλων εξεγέρσεων, ανεβαίνοντας ξανά στην πολιτική σκηνή.

Το «κίνημα της πλατείας», το οποίο παρουσιάστηκε από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, ως μια αυθόρμητη εξέγερση του λαού έναντι του καταπιεστικού καθεστώτος του Γιανουκόβιτς, καθοδηγήθηκε από τις πρώτες βδομάδες από φασίστες και συνοδεύτηκε από σκληρές συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, με την κατάληψη δημόσιων κυβερνητικών κτηρίων, με την ιδεολογική τους αντικομμουνιστική προπαγάνδα που συνοδεύτηκε από την καταστροφή των μνημείων του Λένιν, των ηρώων του σοβιετικού στρατού και των γραφείων όχι μόνο του ΚΚΟ αλλά και άλλων αριστερών οργανώσεων, τιμώντας παράλληλα τους αντίστοιχους ταγματασφαλίτες της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα επεισόδια αυτά ανάγκασαν την προηγούμενη κυβέρνηση να τραπεί σε φυγή, ενώ παράλληλα η «δημοκρατική» ΕΕ και ο αμερικάνικος παράγοντας, κλείνοντας το μάτι σε όλες αυτές τις τακτικές τρομοκρατίας (πολιτικού αποκλεισμού και σωματικής βίας) έσπευσαν να αναγνωρίσουν την νέα δημοκρατική-φιλοδυτική κυβέρνηση, ενώ της έδειξαν την αποδοχή τους με μια σειρά από συναντήσεις με δεξιούς και ακροδεξιούς ηγέτες, ώστε να τους προσφέρουν οικονομική και πολιτική στήριξη. Είναι λοιπόν πλέον φανερές διασυνδέσεις των φασιστών με το ευρωπαϊκό και αμερικανικό ιμπεριαλιστικό μέτωπο, οι οποίοι βγαίνουν δυναμικά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (και στην Ελλάδα, η Χρυσή Αυγή) πλάι στο κεφάλαιο, να διασφαλίσουν με το δικό τους τρόπο την ηγεμονία της αστικής τάξης. Από την άλλη, έχουμε την φιλορωσική πλευρά, η οποία παρακαλά κυριολεκτικά την Ρωσία να την ενσωματώσει επισήμως στη σφαίρα επιρροής της, τώρα που γίνεται η εκ νέου συμμόρφωση του παγκόσμιου ηγεμόνα. 

Η αντιπαράθεση του ιμπεριαλιστικού μπλόκ των ΗΠΑ-ΕΕ, οι οποίες ζητούν απεγνωσμένα την απόσπαση ενός κομματιού για το υπο διαμόρφωση ευρασιάτικου μπλοκ, και της Ρωσίας, η οποία έχει ως μόνο σημείο εξόδου στις νότιες θάλασσες την Κριμαία, δεν θα λήξει αναίμακτα είτε χωρίς εδαφική διάσχιση, το οποίο σημαίνει την ενίσχυση του εμφυλιοπολεμικού και ψυχροπολεμικού κλίματος, μεταξύ του λαού της Ουκρανίας και μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας.

Ο λαός της Ουκρανίας πρέπει να αγωνιστεί για το δικαίωμα του στην αυτοδιάθεση, να πάρει στα χέρια του την τύχη του και να γυρίσει την πλάτη του σε όσους τον ωθούν στο σπαραγμό (νεοναζί, ΗΠΑ-ΕΕ, Ρωσία). Πρέπει επιτέλους οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να πάψουν να σφαγιάζουν λαούς στο όνομα των συμφερόντων τους και αυτό θα μπορέσει να επιτευχθεί μόνο μέσα από την οργανωμένη, μαζική πάλη των λαών ενάντια στην ιμπεριαλιστική απειλή και τα καπιταλιστικά συμφέροντα.

ΟΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΕΣ ΤΗΝ ΓΗ ΞΑΝΑΜΟΙΡΑΖΟΥΝ
ΜΕ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΧΑΡΑΖΟΥΝ…



Μνημόνιο: Δημοσιονομικό ή Διαρθρωτικό;



Τέσσερα χρόνια μνημονιακής πολιτικής και καθημερινά (ειδικά με το πέρασμα του χρόνου) προκύπτει ότι η υιοθέτηση της, καθώς επίσης και η όλη πορεία της βασίστηκε σε ψεύδη, αλλοιωμένα στοιχεία, αποτυχίες που βαφτίστηκαν επιτυχίες και σε μία ‘’αναγκαιότητα’’ που αξιολογήθηκε ως σημαντικότερη από την επιβίωση και τα δικαιώματα του λαού, την αναγκαιότητα για επιβίωση των αριθμών. Έχουν γίνει άπειρες συζητήσεις για το μνημόνιο, τις προεκτάσεις του, την ευθύνη των κυβερνήσεων, τα αποτελέσματα του. Ωστόσο, κάτι που δεν έχει συζητηθεί (τουλάχιστον όσο θα έπρεπε) είναι το ποιές εντέλει είναι οι επιδιώξεις των εμπνευστών της μνημονιακής πολιτικής και των όσων την προώθησαν. Τότε, πριν τέσσερα χρόνια, χρησιμοποιήθηκε ως αφορμή η εκτροπή των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας. Ήταν, όμως αυτή η πραγματική αιτία εξαιτίας της οποία η τρόικα ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ απαίτησε μετ’ επιτάσεως, και τελικά πέτυχε με τη βοήθεια των τελευταίων κυβερνήσεων την εφαρμογή των μνημονίων ως πυξίδα της πολιτικής κατεύθυνσης;

Ήταν τελικά δημοσιονομικοί οι λόγοι υιοθέτησης της μνημονιακής πολιτικής;


Σε αυτό το σημείο είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να αναφερθούν κάποια στοιχεία που αποδεικνύουν με εκκωφαντικό τρόπο, ότι τα βάσανα του ελληνικού λαού βασίζονται σε ψέμματα και οφείλονται στην απόφαση για αναδιάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.
·         Η δημοσιονομική αναγκαιότητα της υπαγωγής στο μνημόνιο προέκυψε από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) σχετικά με το δημοσιονομικό έλλειμα και το ύψος του χρέους του κεντρικού κράτους προς τρίτους. Ωστόσο, αποδεδειγμένα τα στοιχεία αυτά είχαν σκοπίμως τροποποιηθεί, είχαν διογκωθεί ούτως ώστε να δημιουργηθεί μία πλασματική ανάγκη για δημοσιονομική εξυγίανση. 
·         Αν και ουκ ολίγες φορές έχει αποδειχτεί ότι στην πραγματικότητα οι μνημονιακές επιλογές οξύνουν τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό αντί να τον αμβλύνουν, η τρόικα και η κυβέρνηση επιμένουν στην τήρηση αυτού του προγράμματος. Το δημόσιο χρέος (ως ποσοστό αλλά και ως απόλυτος αριθμός) έχει αυξηθεί, το έλλειμα (ανεξαρτήτως της ανακάλυψης του όρου πρωτογενές, που αφορά το ισοζύγιο εσόδων-εξόδων για ένα οικονομικό έτος) έχει συνολικά αυξηθεί, οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης έχουν αυξηθεί σημαντικά (λόγω της υποχρέωσης αποπληρωμής των δανείων) ενώ τα έσοδα της έχουν μειωθεί δραματικά, η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών έχει καταρρακωθεί λόγω της σημαντικής μείωσης των εισοδημάτων τους. Επόμενως, αβίαστα συνάγεται το συμπέρασμα ότι το μνημόνιο (όσον αφορά τους σκοπούς που εμφανίστηκε ότι πρέπει να επιτελέσει) έχει αποτύχει.
·         Τό πρόγραμμα αν και ονομάζεται “μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής” άπτεται ζητημάτων που απέχουν παρασάγγας από τη δημοσιονομική στρατηγική όπως είναι η δομή (όχι μόνο η οικονομική διάρθρωση) της παιδείας, η τοπική αυτοδιοίκηση, η λειτουργία του πολιτεύματος, η εξωτερική πολιτική κ.α.
·         Σημείο τομής του μνημονίου ήταν το περίφημο PSI. Μέσω του PSI, θεωρητικά η τρόικα στόχευε στη μείωση του χρέους και στο βωμό αυτής θυσίασε ασφαλιστικά ταμεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία και άλλους κρατικούς φορείς αλλά και απλούς μικροομολογιούχους. Ωστόσο, το χρέος τη μέρα πριν το PSI ήταν κατα αρκετά δισεκατομμύρια μικρότερο από ότι τη μέρα μετά το PSI. Τί κούρεμα χρέους ήταν αυτό εντέλει αυτό και γιατί πολλά νοσοκομεία και πανεπιστήμια ομολογοποίησαν τα αποθεματικά τους ταμεία λίγες ώρες πριν  την εφαρμογή του PSI;
·         Ένα πιο εξειδικεύμενο αλλά πολύ περιγραφικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του λουκέτου στην ΕΡΤ, το οποίο εμφανίστηκε ως μνημονιακή επιταγή με σκοπό την περιστολή δαπανών. Τελικά, όμως από ότι προέκυψε η απώλεια εσόδων καθώς και οι δαπάνες που απαιτήθηκαν σε όλη αυτή τη διαδικασία όχι απλά δεν επέτρεψαν την περιστολή αυτή αλλά αντίθετα οδήγησαν στην αύξηση τους.

Όλα αυτά τα παραδείγματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι δημοσιονομικοί λόγοι, τους οποίους επικαλέστηκαν οι εμπνευστές του μνημονίου, δεν ήταν παρά μία ψευδεπίγραφη αφορμή, για να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν της πραγματικές τους επιδιώξεις.
 
Ποιές ήταν τελικά αυτές;
Το μνημόνιο, ως πολιτική αντίληψη και όχι τόσο ως πρόγραμμα, υιοθετήθηκε με στόχο την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας σε μια ακραία νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση με σκοπό την κατα το δύνατον αύξηση των κερδών των μεγάλων συμφερόντων (τράπεζες, οίκοι αξιολόγησης, διεθνής καζινο-τοκογλυφία, μεγαλοβιομήχανοι, εφοπλιστές κοκ) και της ελληνικής κοινωνίας σε μία αντιδημοκρατική κατεύθυνση. Υιοθετήθηκε με στόχο την κινεζοποίηση της ελληνικής οικονομίας: φτηνά εργατικά χέρια, μηδαμινά εργασιακά δικαιώματα, όξυνση των ταξικών αντιθέσεων, όξυνση της εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού, εργασιακή επισφάλεια, ανεργία (η οποία αποτελεί εργαλείο στα χέρια των εργοδοτών για να απειλούν τους εργαζομένους). Επίσης, υιοθετήθηκε για να ενσωματώσει στο λαό μια νέα πραγματικότητα, μία πραγματικότητα φόβου που απορρέει από την καταστολή και την ακροδεξιά απειλή, μία πραγματικότητα ηττοπάθειας και αισθήματος ανικανότητας να καθορίσει τη μοίρα του, συνοπτικά μία πραγματικότητα πράξεων νομοθετικού περιεχομένου
Αυτοί ήταν οι ΣΚΟΠΟΙ των μνημονίων και όχι τα παράπλευρα αποτελέσματα του όπως προσπαθούν κάποιοι να μας πείσουν.


Τρομοκρατία και κίνημα

Ελλάδα του 2014. 21ος αιώνας(!) και ζούμε σε μια συγκυρία όπου όσα ξέραμε και είχαμε σαν δεδομένα συνθλίβονται από την καταστροφική λαίλαπα του αστικού μπλοκ εξουσίας, όπου καθημερινά (επι-)βιώνουμε μέσα στη βία των  μνημονιακών μέτρων και της πολιτικής που τα επιβάλλει και τα εφαρμόζει. Και παρά όλα αυτά, καθημερινά ακούμε φωνές από διάφορους «θεσμικούς» για την βία που υπάρχει στους δρόμους, για την βία των «άκρων», για την βία των μεταναστών-εγκληματιών, για την βία της αριστεράς και εκείνων των «σιχαμένων» που κάνουν πορείες, που απεργούν που κλείνουν τα σχολεία και τα πανεπιστήμια· αλλά κανείς δεν μιλάει για, για την βία της ανεργίας, για την βία της κοινωνικής εξαθλίωσης, τη βία της αστυνομίας. Τι είναι βία τελικά; Βία είναι να βάζεις μία βόμβα, να σηκώνεις το όπλο και να αφανίζεις μια ύπαρξη (στα πλαίσια του «αγώνα» πάντα); Βία είναι να σηκώνεις το καδρόνι απέναντι στην κρατική καταστολή; Κανείς δεν μιλάει για αυτά και όποιος τολμάει χαρακτηρίζεται από γραφικός ως επικίνδυνος(!).    
 Ας προσπαθήσουμε και εμείς από την μεριά μας λοιπόν να συμβάλλουμε στον πάντα επίκαιρο αυτό διάλογο για την βία. Ας προσπαθήσουμε και εμείς να γίνουμε λίγο «γραφικοί περισσότερο».
  Είναι αρκετά συνηθισμένο για την κυβέρνηση και την όποια κυβέρνηση στα πλαίσια του αστικού κράτους σε καταστάσεις κοινωνικού αναβρασμού, όπου η θρυαλλίδα για την έκρηξη του κινήματος έχει ανάψει να εγκαλεί την αριστερά, για μεμονωμένα περιστατικά τυφλής βίας είτε σε πορείες, με τους διάφορους «μπάχαλους»(πολλές φορές και προβοκάτορες), είτε και για διάφορες μεμονωμένες «τρομοκρατικές» ενέργειες. Έχει γίνει συνήθεια πια από τα διάφορα παπαγαλάκια του αστικού μπλογκ εξουσίας, όποτε βρουν ευκαιρία, να βάζουν σε ένα λούκι την αριστερά, να καταδικάζει την βία απ’ όπου κι αν προέρχεται. 
Τι εννοούν όμως με την έννοια «βία»; Βία για αυτούς προφανώς είναι και κάθε μαχητική δράση του εργατικού κινήματος και της νεολαίας. Βία φανταζόμαστε ότι εννοούν και όταν σε απεργιακές κινητοποιήσεις, οι απεργοί δημιουργούν απεργιακές φρουρές, διώχνουν, αν χρειαστεί, με τη βία τους απεργοσπάστες, αντιμετωπίζουν με βία τους προβοκάτορες που βρίσκονται ανάμεσα τους και όλα αυτά με την «μοχθηρότητα» του να κερδίσουν καλύτερες συνθήκες(!) στην εργασία και στην ζωή τους. Βία για την αστική τάξη είναι οι καταλήψεις δημοσίων χώρων από τους εργαζόμενους, οι καταλήψεις σχολείων από τους μαθητές και των πανεπιστημίων από τους φοιτητές που ζητάνε το πλέον αυτονόητο (για εμάς τουλάχιστον) ένα καλύτερο αύριο και ακόμα ακόμα ένα καλύτερο σήμερα.
Με την καταδίκη της «βίας», η κυβέρνηση και τα φερέφωνά τους, δεν μας ζητάνε τίποτα λιγότερο από το να καταδικάσουμε οποιαδήποτε δράση του εργατικού κινήματος και της νεολαίας θίγει τα συμφέροντα τους και να περιοριστούμε σε «άκακες» συγκεντρώσεις στην άκρη του πεζοδρομίου. Είναι φανερό ότι αυτή τη «βία» δεν μπορούμε και δεν πρέπει να την καταδικάσουμε. 
Η Αριστερά δεν πρέπει να κρατάει ίσες αποστάσεις σε κάθε μορφή βίας. Ανάμεσα στη βία του καταπιεστή και του καταπιεζόμενου, ανάμεσα στη βία του δούλου και του αφέντη είμαστε σταθερά με τη βία του σκλάβου. 
Δεν έχει περάσει όμως από το μυαλό τους ή μάλλον δεν θέλουν  να παραδεχτούν, ότι το μονοπώλιο της βίας το έχει το αστικό μπλογκ εξουσίας που έχει καταστρέψει χιλιάδες ζωές στο όνομα της σωτηρίας του λαού και όποιος είδε μαυροφορεμένη και ηλικιωμένη γυναίκα να κλαίει έξω από το φούρνο επειδή διαπίστωσε ότι δεν έχει ούτε 2 ευρώ για να πάρει το γάλα και το ψωμί της ημέρας, καταλαβαίνει τι εννοούμε. Όποιος συνάντησε 26χρονο πτυχιούχο να δουλεύει με 280 ευρώ βασικό και να μην μπορεί να χαρεί τη ζωή επειδή δεν μπορεί να ονειρευτεί, είναι σε θέση να καταλάβει την ψυχολογία της κατεστραμμένης νεολαίας. Όποιος παρατήρησε τους μαθητές που αποφεύγουν να πλησιάζουν το κιλικίο του σχολείου τους γιατί δεν μπορούν να αγοράσουν κάτι από αυτό, μπορούν να συνειδητοποιήσουν πόσο βαρύ φορτίο που κουβαλούν οι ίδιοι και οι γονείς τους.
Γιατί βία είναι η φτώχια, είναι η ανέχεια και η εξαθλίωση, βία είναι η ψυχολογική ισοπέδωση την οποία έχουν υποστεί μεγάλες ομάδες της κοινωνίας, βία είναι η απαξίωση της ίδιας τους της ύπαρξης και η αδυναμία τους να εξηγήσουν πώς βρέθηκαν στη σημερινή κατάσταση χωρίς να ευθύνονται σε τίποτα οι ίδιοι. Βία είναι οι δολοφονικές επιθέσεις των ΜΑΤ και των συνοδοιπόρων τους από την Χρυσή Αυγή. Η βία του αστικού κράτους είναι παντού γύρω μας. Μόνο συνειδητοί εχθροί του εργατικού κινήματος ή τυφλωμένοι ρεφορμιστές δεν μπορούν να την δουν.
Η απάντηση σε όλα αυτά προφανώς δεν μπορεί να είναι η ατομική τρομοκρατία και ο ατομικός δρομος, αλλά η πολιτικοποίηση και η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας  του συλλογικού αγώνα . Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η συνείδηση των καταπιεζόμενων μαζών δεν μπορεί να εκβιαστεί με τις εκρήξεις και τις δολοφονίες.
Η ατομική τρομοκρατία είναι ένα φαινόμενο που εμφανίζεται όταν η κρατική καταστολή παίρνει τερατώδεις διαστάσεις, καθώς επίσης και όταν στο κίνημα επικρατεί η απελπισία και το αδιέξοδο. Σε αυτές τις συνθήκες, ανυπόμονα στοιχεία μπορούν να καταφύγουν στην ατομική τρομοκρατία. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι η ατομική τρομοκρατία, οποιαδήποτε μορφή και να έχει, οδηγεί αναπόφευκτα σε ενδυνάμωση της κρατικής καταστολής και από την άλλη πλευρά, συγχύζει και αποδυναμώνει το εργατικό κίνημα, και συντηρητικοποιεί τις μάζες αφού στην καλύτερη των περιπτώσεων που το χτύπημα βρίσκει γενικό επιδοκιμασμό , ο λαός επαναπαύεται σε κάποιους σωτήρες – ήρωες και η οργή που έχει για όσους τον οδήγησαν σε τέτοιες ακραίες καταστάσεις αποσάθρωσής του βρίσκει διέξοδο και εκτονώνεται. Οι επιπτώσεις που έχει ένα τρομοκρατικό χτύπημα στην εργατική τάξη είναι κατά πλειονότητα δυσμενείς. Τις περισσότερες φορές ένα τρομοκρατικό χτύπημα αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό ακόμη και με εχθρότητα από μέρους των εργαζομένων. Η αστική τάξη χρησιμοποιεί αυτό το φόβο, για να ενισχύσει περεταίρω την κρατική καταστολή με την δικαιολογία της «ασφάλειας»

Με το να επιδοκιμάζεις την ατομική τρομοκρατία και να χαίρεσαι για κάποιον νεκρό αξιωματούχο ή λαμόγιο δεν είναι μακριά από την λογική των όσων ψήφισαν Χρυσή Αυγή όπου είχαν φρασεολογία του τύπου: « Άντε να βγουν στη βουλή αυτοί για να ταράξουν στο ξύλο αυτούς τους μαλάκες τους πολιτικούς» 
Το αν μια τρομοκρατική ενέργεια θα οδηγήσει σε σύγχυση το στρατόπεδο της αστικής τάξης και την κυβέρνηση της, αυτό είναι ένα ζήτημα που εξαρτάται από τις εκάστοτε περιστάσεις. Σε κάθε περίπτωση η σύγχυση δεν μπορεί να κρατήσει πολύ. Το καπιταλιστικό σύστημα ποτέ του δεν βασίστηκε σε υπουργούς και άλλους κρατικούς αξιωματούχους και είναι τουλάχιστον αφελής όποιος πιστεύει το αντίθετο. Τέτοιου είδους χτυπήματα όσης λαϊκής αποδοχής και αν χαίρουν, τελικά εκτρέπουν την δίκαια οργή των καταπιεζόμενων τάξεων στην ελπίδα, ότι ο «τιμωρός» τρομοκράτης, θα εκδικηθεί για τα βάσανα που οι ίδιοι υπομένουν. Αφαιρεί δηλαδή την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχουν οι εργαζόμενες μάζες στις ίδιες τους τις δυνάμεις και ικανοποιεί πλασματικά την οργή τους. Η οργή των μαζών δεν μπορεί να βρει δικαίωση με τη δολοφονία αξιωματούχων «πιονιών» στην σκακιέρα του συστήματος, αλλά μόνο με την ανατροπή αυτού του συστήματος που γεννά φτώχεια, εκμετάλλευση, ανεργία.
Η στάση της Αριστεράς απέναντι στην ατομική τρομοκρατία δεν πρέπει να έχει τίποτα κοινό με την αφηρημένη - και υποκριτική - καταδίκη της βίας από τα διάφορα φερέφωνα του πολιτικού συστήματος. Καταδικάζουμε τη βία της ατομικής τρομοκρατίας γιατί οδηγεί στα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ευαγγελίζεται ότι επιδιώκει. Αντιτάσσουμε σε αυτήν, την άμυνα στην βία του κατεστημένου και προασπιζόμαστε την θέση ότι αυτή η άμυνα μπορεί και πρέπει να γίνεται «επίθεση»  στα πλαίσια των συλλογικών αγώνων. Μόνο μέσα από τις συλλογικές διεκδικήσεις και από μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις μπορούμε «να φέρουμε τους αντιπάλους μας προ τετελεσμένων γεγονότων»



Η πιο μεγάλη βία είναι η φτώχεια και η ανεργία


ΣΤΑ ΚΑΤΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΣΠΑΜΕ ΚΑΘΕ ΠΕΤΡΑ..

Αναμφισβήτητα η εξεταστική εκ φύσεως αποτελεί μια εξουθενωτική διαδικασία. Ωστόσο συχνά, ξεπερνώντας τα όρια του ίδιου του ρόλου της, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη και διόγκωση αυτού που με διάφορες εκφάνσεις ονομάζεται καθηγητική αυθαιρεσία (υπερβολικά αυστηροί όροι επιτήρησης, δύσκολα και αυθαίρετα θέματα, μαζικά κοψίματα κ.ά.). Έτσι, με την κατάχρηση της καθηγητικής εξουσίας (πάντα στο όνομα της ιερής, αντικειμενικής, αξιοκρατικής, ...., αξιολογητικής διαδικασίας), πλήττονται κατοχυρωμένα δικαιώματα των φοιτητών και δυσχεραίνονται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό οι όροι φοίτησής μας..




Αν κάτι έχει για μας ιδιαίτερη σημασία, αυτό είναι ότι πλέον δεν μπορούμε να παραμένουμε αδιάφοροι και να κυνηγάμε όλοι την προσωπική καταξίωση, μέσα από λογικές ατομικού δρόμου και προσωπικού βολέματος, ή να καταφεύγουμε στην εύκολη λύση της αντιγραφής. Πιστεύουμε ότι η στάση των φοιτητών πρέπει να ξεπερνάει το παραπάνω δίλημμα και η παρέμβαση μας ακόμα και στο δύσβατο πεδίο των εξετάσεων να είναι συλλογική και συνειδητή για να αποτρέψουμε τα όλο και συχνότερα φαινόμενα καθηγητικής αυθαιρεσίας.



Σε καμία περίπτωση οι καθηγητές ή οι επιτηρητές δεν έχουν το δικαίωμα να μας φέρονται προσβλητικά, καταχρώμενοι το ρόλο του καθηγητή-αξιολογητή, καθώς είμαστε όλοι ισότιμα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας και οφείλουμε να αντιδρούμε σε κάθε προκλητική συμπεριφορά οποιουδήποτε καθηγητή ή επιτηρητή.




 Δεν δεχόμαστε τις πρακτικές απειλών ή εκβιασμών από τους καθηγητές/επιτηρητές. Πιο συγεκριμένα:


Δεν αλλάζουμε θέσεις ως ύποπτοι για αντιγραφή ακόμα και πριν δοθούν τα θέματα ..!


Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μας απαγορέψει να γράψουμε σε περίπτωση που δεν έχουμε πάσο / ταυτότητα . Μπορούν να πιστοποιήσουν την φοιτητική μας ιδιότητα κάλλιστα οι συμφοιτητές μας ..


Οι κατανομές των ονομάτων(πχ Α-Ι κλπ..) είναι απλά βοηθητικές : μπορούμε να γράψουμε κανονικά και σ'όποια άλλη αίθουσα προβλέπει η εξέταση.

Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μας επιβάλει ν' αλλάξουμε θέση ή πολύ περισσότερο να μας αποβάλλει απ΄την εξέταση.



Κανείς δεν μπορεί ν'αρνηθεί να διορθώσει γραπτά επειδή εξεταστήκαμε σε διαφορετικό αμφιθέατρο απ'αυτό που όριζε η κατανομή (τέτοιες πρακτικές έχουν καταδικαστεί στο παρελθόν από τα συλλογικά όργανα).


Δεν υποχρεούμαστε να δίνουμε τα «στοιχεία» μας σε κανέναν αν δεν το επιθυμούμε, πόσο μάλλον όταν καθηγητές-επιτηρητές τα απαιτούν για ενδεχόμενη «ειδική μεταχείριση/αντιμετώπιση».


Δεν επιτρέπουμε να μας «μονογράφουν» το γραπτό χωρίς λόγο ή για υποψία συνεργασίας/αντιγραφής ή γιατί απλά κάποιος επιτηρητής μας έχει βάλει στο μάτι. Αντιδρούμε όταν θιγόμαστε.




Σε περίπτωση προκλητικής και αντιφοιτητικής συμπεριφοράς η αντίδρασή μας πρέπει να είναι άμεση και μαζική.


• Σε περίπτωση μαζικού κοψίματος (π.χ 50%) ή θεμάτων άσχετων με την ύλη που διαβάζουμε απαιτούμε άμεση αναβαθμολόγηση ή επανάληψη της εξέτασης.
Επειδή πολλά από τα παραπάνω πιθανώς θα τα συναντήσουμε, πιστεύουμε ότι ο μόνος τρόπος για να τα αποτρέπουμε είναι η ενεργή στάση όλων μας, η συναδελφικότητα κι η αλληλεγγύη. Όλοι έχουμε το δικαίωμα και την υποχρέωση να παλεύουμε για τα προβλήματά μας και όχι να εκχωρούμε τις δικές μας πολιτικές λειτουργίες σε «ειδικούς» κι «εκπροσώπους». Έτσι, αν αυθαιρετήσουν εις βάρος συμφοιτητή μας, αντιδράμε και εμείς οι ίδιοι μαζικά και άμεσα αν θέλουμε να μη βρεθούμε ποτέ σε αντίστοιχη θέση.



ΣΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΔΙΝΟΥΜΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ



Hey, teachers, leave them kids alone!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΟΣΑ ΛΕΓΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ!!

Σύνοδο Πρυτάνεων 14/12/22, Νέα Ερυθραία

Προβολή ντοκιμαντέρ ΧΑΜΑΣ , Κάτω Πολυτεχνείο, τριήμερο 2022